Λαχανικό στα πορτογαλικά
Μετάφραση: λαχανικό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vitela, legume, hortaliça, vegetal, vegetais, legumes, produtos hortícolas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαχανικό
λαχανικό κράμβη, καλαμπόκι λαχανικό, kale λαχανικό, κολούμπρα λαχανικό, λαχανικό λόλα, λαχανικό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λαχανικό στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- λατρεύω στα πορτογαλικά - adorar, adoração, idolatrar, afligir, preocupar, preocupação, reverenciar, ...
- λαχανιάζω στα πορτογαλικά - pânico, impar, arfar, latejar, pant, calça, cuecas
- λαχτάρα στα πορτογαλικά - comprido, saudades, ânsia, desejo, anseio, o desejo, fissura
- λαχταρώ στα πορτογαλικά - doer, dor, ansiar, Hanker, de Hanker, suspirar por, desejar ardentemente
Τυχαίες λέξεις
Λαχανικό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vitela, legume, hortaliça, vegetal, vegetais, legumes, produtos hortícolas
Μεταφράσεις: vitela, legume, hortaliça, vegetal, vegetais, legumes, produtos hortícolas