Λοξός στα γερμανικά

Μετάφραση: λοξός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mittelbar, krumm, schräg, unredlich, versteckt, indirekt, verblümt, schief, schrägen, schräge
Λοξός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοξός

λοξός αστιγματισμός, λοξός λεξικό γλώσσας γερμανικά, λοξός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • λοξοδρομώ στα γερμανικά - schleudern, ausbrechen, ablenkung, drehen, abweichung, gieren, pur, ...
  • λοξοκοιτάζω στα γερμανικά - schielen, loxokoitazo
  • λοξότητα στα γερμανικά - schiefe, unregelmäßigkeit, schiefheit, Schiefe, schräg, schief, verzerren
  • λουκάνικο στα γερμανικά - bratwurst, bockwurst, wurst, Wurst, Würstchen, sausage
Τυχαίες λέξεις
Λοξός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: mittelbar, krumm, schräg, unredlich, versteckt, indirekt, verblümt, schief, schrägen, schräge