Λοξός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: λοξός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
oblíqua, enviesado, oblíquo, oblique, oblíquos, oblíquas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοξός
λοξός αστιγματισμός, λοξός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λοξός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- λοξοδρομώ στα πορτογαλικά - desviar, afastar, inchamento, puro, absoluto, simples, pura, ...
- λοξοκοιτάζω στα πορτογαλικά - loxokoitazo
- λοξότητα στα πορτογαλικά - enviesado, inclinação, skew, de inclinação, enviesamento
- λουκάνικο στα πορτογαλικά - salsicha, pires, linguiça, lingüiça, sausage, salsichas
Τυχαίες λέξεις
Λοξός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: oblíqua, enviesado, oblíquo, oblique, oblíquos, oblíquas
Μεταφράσεις: oblíqua, enviesado, oblíquo, oblique, oblíquos, oblíquas