Ογκώδης στα γερμανικά
Μετάφραση: ογκώδης, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
massiv, sperrig, sperrige, sperrigen, umfangreich
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ογκώδης
ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης λεξικό γλώσσας γερμανικά, ογκώδης στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- οβίδα στα γερμανικά - muschel, schale, rohbau, eierschale, beschießen, mantel, gerippe, ...
- οβελίσκος στα γερμανικά - obelisk, Obelisk, Obelisken
- οδήγηση στα γερμανικά - autofahren, chauffierend, fahrend, leitend, Fahren, Antriebs, Fahr, ...
- οδηγία στα γερμανικά - betriebsanweisung, richtschnur, anweisung, direktive, leitlinie, vorgabe, richtlinie, ...
Τυχαίες λέξεις
Ογκώδης στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: massiv, sperrig, sperrige, sperrigen, umfangreich
Μεταφράσεις: massiv, sperrig, sperrige, sperrigen, umfangreich