Ογκώδης στα λιθουανικά
Μετάφραση: ογκώδης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
griozdiškas, stambus, gremėzdiškas, didelių gabaritų, nepatogūs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ογκώδης
ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ογκώδης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- οβίδα στα λιθουανικά - nugalėti, apvalkalas, karkasas, kiautas, kriauklė, kevalas
- οβελίσκος στα λιθουανικά - obeliskas, Obelisk, Yra obeliskas, nuorodos ženklas
- οδήγηση στα λιθουανικά - vairavimas, vairuotojo, Vairavimo, Driving, važiavimo
- οδηγία στα λιθουανικά - direktyva, direktyvos, direktyvą, direktyvoje, l direktyvos
Τυχαίες λέξεις
Ογκώδης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: griozdiškas, stambus, gremėzdiškas, didelių gabaritų, nepatogūs
Μεταφράσεις: griozdiškas, stambus, gremėzdiškas, didelių gabaritų, nepatogūs