Ογκώδης στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ογκώδης, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
massa, compacto, maciço, volumoso, volumosos, volumosa, volumosas, grosso
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ογκώδης
ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ογκώδης στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- οβίδα στα πορτογαλικά - tábua, escudo, prateleira, concha, casca, carapaça, shell
- οβελίσκος στα πορτογαλικά - obelisco, Obelisk, obelisco de
- οδήγηση στα πορτογαλικά - condução, motriz, de condução, dirigir, a condução
- οδηγία στα πορτογαλικά - directivas, Directiva, a Directiva, diretiva, directiva do, de directiva
Τυχαίες λέξεις
Ογκώδης στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: massa, compacto, maciço, volumoso, volumosos, volumosa, volumosas, grosso
Μεταφράσεις: massa, compacto, maciço, volumoso, volumosos, volumosa, volumosas, grosso