Ογκώδης στα εσθονικά

Μετάφραση: ογκώδης, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ulatuslik, kogukas, mahukad, kohev, suuremahulise, mahukas
Ογκώδης στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ογκώδης

ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης λεξικό γλώσσας εσθονικά, ογκώδης στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • οβίδα στα εσθονικά - teokarp, mürsk, kest, ümbris, koor, shell, koorega
  • οβελίσκος στα εσθονικά - obelisk, obeliski, obeliskiga, veel Obelisk
  • οδήγηση στα εσθονικά - sõitmine, innukas, sõidu, juhtimise, juhiloa, juhtimine, sõidu-
  • οδηγία στα εσθονικά - juhend, direktiiv, juhis, juhtnöör, abijoon, käskkiri, direktiivi, ...
Τυχαίες λέξεις
Ογκώδης στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ulatuslik, kogukas, mahukad, kohev, suuremahulise, mahukas