Ογκώδης στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ογκώδης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
грувасткі, грувасткую, масіўна, аграмадны, грувасткая
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ογκώδης
ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ογκώδης στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- οβίδα στα λευκορωσικά - абалонка, абалонкі, абалонку
- οβελίσκος στα λευκορωσικά - абеліск
- οδήγηση στα λευκορωσικά - кіраванне, ваджэнне, ваджэння
- οδηγία στα λευκορωσικά - дырэктыва
Τυχαίες λέξεις
Ογκώδης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: грувасткі, грувасткую, масіўна, аграмадны, грувасткая
Μεταφράσεις: грувасткі, грувасткую, масіўна, аграмадны, грувасткая