Ογκώδης στα ουκρανικά
Μετάφραση: ογκώδης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
маса, громіздкий, громіздку, масивний, громіздким
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ογκώδης
ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ογκώδης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- οβίδα στα ουκρανικά - минь, патрон, труну, патрона, міна, граната, оболонка, ...
- οβελίσκος στα ουκρανικά - обеліск, обелиск
- οδήγηση στα ουκρανικά - ведення, їзда, водіння, керування
- οδηγία στα ουκρανικά - директив, Директива, директиву, Директиви
Τυχαίες λέξεις
Ογκώδης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: маса, громіздкий, громіздку, масивний, громіздким
Μεταφράσεις: маса, громіздкий, громіздку, масивний, громіздким