Ομιλητικός στα γερμανικά

Μετάφραση: ομιλητικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gesprächig, geschwätzig, Gesprächs, Konversation, Konversations, Umgangs, dialog
Ομιλητικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομιλητικός

ομιλητικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, ομιλητικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ομιλία στα γερμανικά - sprechen, vortragen, gerede, vortrag, predigt, reden, gespräch, ...
  • ομιλητής στα γερμανικά - redner, sprecher, rednerin, sprecherin, box, referent, lautsprecher, ...
  • ομιχλώδης στα γερμανικά - verschwommen, diffus, nebelig, neblig, unscharf, nebelhaft, nebligen, ...
  • ομοιογενής στα γερμανικά - einheitlich, gleichwertig, homogene, homogenen, homogen, homogenes, homogener
Τυχαίες λέξεις
Ομιλητικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gesprächig, geschwätzig, Gesprächs, Konversation, Konversations, Umgangs, dialog