Ομιλητικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ομιλητικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гутарковы, Размоўны, размоўная, гутарковую, гутарковая
Ομιλητικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομιλητικός

ομιλητικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ομιλητικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ομιλία στα λευκορωσικά - аб, адносна, гаварыць, а, казаць, гаворка, размова, ...
  • ομιλητής στα λευκορωσικά - дынамік
  • ομιχλώδης στα λευκορωσικά - хваля, туманны, імглісты, туманный, туманнае, прымглёны
  • ομοιογενής στα λευκορωσικά - аднастайны, аднародны, аднародных
Τυχαίες λέξεις
Ομιλητικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: гутарковы, Размоўны, размоўная, гутарковую, гутарковая