Πιστωτής στα γερμανικά

Μετάφραση: πιστωτής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gläubiger, kreditor, gläubigerin, Gläubiger, Kreditgeber, Gläubigers
Πιστωτής στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιστωτής

ομαδικόσ πιστωτήσ, πιστωτής συνώνυμο, ενέγγυος πιστωτής, πτωχευτικόσ πιστωτήσ, πιστωτής λεξικό γλώσσας γερμανικά, πιστωτής στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • πιστοποιητικό στα γερμανικά - bescheinigung, zertifikat, attest, zeugnis, beurkundung, empfehlung, Zertifikat, ...
  • πιστοποιώ στα γερμανικά - beglaubigen, bestätigen, bescheinigen, zertifizieren, bescheinigt
  • πιστόλι στα γερμανικά - gaspedal, gewehr, killer, geschütz, knarre, kanone, schusswaffe, ...
  • πιστόνι στα γερμανικά - kolben, Kolben, Kolbens
Τυχαίες λέξεις
Πιστωτής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gläubiger, kreditor, gläubigerin, Gläubiger, Kreditgeber, Gläubigers