Πιστωτής στα ουγγρικά
Μετάφραση: πιστωτής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hitelező, hitelezőnek, hitelezı, hitelezőt, hitelezők
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστωτής
ομαδικόσ πιστωτήσ, πιστωτής συνώνυμο, ενέγγυος πιστωτής, πτωχευτικόσ πιστωτήσ, πιστωτής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πιστωτής στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πιστοποιητικό στα ουγγρικά - igazolás, bizonyítvány, tanúsítvány, tanúsítványt, bizonyítványt
- πιστοποιώ στα ουγγρικά - igazolja,, igazolom, igazolniuk
- πιστόλι στα ουγγρικά - ágyúlövés, löveg, szórópisztoly, ágyú, pisztoly, fegyvert, pisztolyt, ...
- πιστόνι στα ουγγρικά - regiszterszelep, játszószelep, dugattyú, dugattyús, dugattyút, dugattyúval
Τυχαίες λέξεις
Πιστωτής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hitelező, hitelezőnek, hitelezı, hitelezőt, hitelezők
Μεταφράσεις: hitelező, hitelezőnek, hitelezı, hitelezőt, hitelezők