Στόλος στα γερμανικά
Μετάφραση: στόλος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fahrzeugpark, schnell, flotte, Flotte, Flotten, Fuhrpark
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στόλος
στόλος κυκλοφορούντων οχημάτων 2012, στόλος ολυμπιακής, στόλος ο πολεμικός, στόλος οασθ, στόλος οασθ 2014, στόλος λεξικό γλώσσας γερμανικά, στόλος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- στυφότητα στα γερμανικά - heftigkeit, bitterkeit, schärfe, herbheit, rauheit, Herb, Adstringenz, ...
- στόκος στα γερμανικά - glaserkitt, spachtelmasse, kitt, Kitt, Spachtelmasse, putty, Spachtel
- στόμα στα γερμανικά - ventilmund, kopf, hobelmaul, maul, reden, mund, mündung, ...
- στόμιο στα γερμανικά - ventileingang, düse, mündung, mund, ventilmund, maul, öffnung, ...
Τυχαίες λέξεις
Στόλος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fahrzeugpark, schnell, flotte, Flotte, Flotten, Fuhrpark
Μεταφράσεις: fahrzeugpark, schnell, flotte, Flotte, Flotten, Fuhrpark