Έτος στα δανικά

Μετάφραση: έτος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
år, året, års, årets
Έτος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έτος

έτος κώστα μόντη, έτος δημιουργικότητας και καινοτομίας 2009, έτος φωτός, έτος κόσμου, έτος ελ γκρέκο, έτος λεξικό γλώσσας δανικά, έτος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • έσχατος στα δανικά - forfærdelig, frygtelig, ultimativ, ultimative, endelige, sidste ende
  • έτοιμος στα δανικά - parat, tilberede, færdig, klar, klar til, rede, er klar
  • έτσι στα δανικά - altså, så, således, det
  • έφεση στα δανικά - appel, appellen, klage, klagen, appelsag
Τυχαίες λέξεις
Έτος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: år, året, års, årets