Έτος στα ισλανδικά

Μετάφραση: έτος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
árgangur, ártal, ár, ári, ára, árið, fyrra
Έτος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έτος

έτος κώστα μόντη, έτος δημιουργικότητας και καινοτομίας 2009, έτος φωτός, έτος κόσμου, έτος ελ γκρέκο, έτος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, έτος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • έσχατος στα ισλανδικά - fullkominn, Endanlegt, endanlega, Ultimate
  • έτοιμος στα ισλανδικά - reiðubúinn, búinn, tilbúinn, tilbúin, tilbúið, tilbúinn til, tilbúnir
  • έτσι στα ισλανδικά - svo, þannig, þannig að, það, svo að
  • έφεση στα ισλανδικά - höfða, kæra, áfrýjun, áfrýjunar, Málskot
Τυχαίες λέξεις
Έτος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: árgangur, ártal, ár, ári, ára, árið, fyrra