Αναδρομή στα δανικά
Μετάφραση: αναδρομή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rekursion, recursion, rekursionen, rekursionstypen, rekursionsniveau
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναδρομή
αναδρομή ετυμολογία, αναδρομή java, αναδρομή στο παρελθόν, αναδρομή και αναδρομικοί αλγόριθμοι, αναδρομή σε προηγούμενη ζωή, αναδρομή λεξικό γλώσσας δανικά, αναδρομή στα δανικά
Μεταφράσεις
- αναδεύω στα δανικά - agitere, omrøre, omrystes, omrør, omryst
- αναδημιουργώ στα δανικά - genskabe, genoprette, at genskabe, genskaber, gendanne
- αναδρομικός στα δανικά - retrospektiv, tilbagevirkende, tilbagevirkende kraft, med tilbagevirkende kraft, retrospektive
- αναδύομαι στα δανικά - overflade, dukke, opstå, komme, opstår, emerge
Τυχαίες λέξεις
Αναδρομή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rekursion, recursion, rekursionen, rekursionstypen, rekursionsniveau
Μεταφράσεις: rekursion, recursion, rekursionen, rekursionstypen, rekursionsniveau