Αναδρομή στα ιταλικά
Μετάφραση: αναδρομή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ricorsione, la ricorsione, ricorsività, di ricorsione, recursion
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναδρομή
αναδρομή ετυμολογία, αναδρομή java, αναδρομή στο παρελθόν, αναδρομή και αναδρομικοί αλγόριθμοι, αναδρομή σε προηγούμενη ζωή, αναδρομή λεξικό γλώσσας ιταλικά, αναδρομή στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αναδεύω στα ιταλικά - mescolare, tumulto, muovere, agitare, agitarsi, agitazione, agitate, ...
- αναδημιουργώ στα ιταλικά - divertire, ricreare, di ricreare, ricrearlo, ricreare il, riprodurre
- αναδρομικός στα ιταλικά - retrospettiva, retrospettivo, retroattiva, retroattivo, posteriori
- αναδύομαι στα ιταλικά - apparire, superficiale, superficie, emergere, emerge, uscire, emergerà, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναδρομή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ricorsione, la ricorsione, ricorsività, di ricorsione, recursion
Μεταφράσεις: ricorsione, la ricorsione, ricorsività, di ricorsione, recursion