Αναδρομή στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αναδρομή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
recursão, recursividade, de recursão, a recursão, recorrência
Αναδρομή στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναδρομή

αναδρομή ετυμολογία, αναδρομή java, αναδρομή στο παρελθόν, αναδρομή και αναδρομικοί αλγόριθμοι, αναδρομή σε προηγούμενη ζωή, αναδρομή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναδρομή στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αναδεύω στα πορτογαλικά - alvoroço, agitar, estipulação, agite, agitam, agita, agitá
  • αναδημιουργώ στα πορτογαλικά - recrear, recriar, recriá, recrie, recriam
  • αναδρομικός στα πορτογαλικά - retrospectivo, retrospectiva, posteriori, a posteriori
  • αναδύομαι στα πορτογαλικά - borde, bordar, superfície, certamente, emergir, surgir, emergem, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναδρομή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: recursão, recursividade, de recursão, a recursão, recorrência