Αναρροφώ στα δανικά

Μετάφραση: αναρροφώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sifon, vandlås, hævert, vandlåsen, siphon
Αναρροφώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρροφώ

αναρροφώ λεξικό γλώσσας δανικά, αναρροφώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναπόφευκτος στα δανικά - uundgåelig, uundgåelige, uundgåeligt, undgås
  • αναρριχώμαι στα δανικά - scramble, kapløbet, kamp, kapløb, klatretur
  • αναρρόφηση στα δανικά - sugning, suge, sug, suge-, suges
  • αναρρώνω στα δανικά - komme sig, convalesce
Τυχαίες λέξεις
Αναρροφώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sifon, vandlås, hævert, vandlåsen, siphon