Αναρροφώ στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναρροφώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sifão fora, sugar, desviar, sugarem, desviar a
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρροφώ
αναρροφώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναρροφώ στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναπόφευκτος στα πορτογαλικά - inevitável, inevitáveis
- αναρριχώμαι στα πορτογαλικά - ascender, alar, atropelo, passeio, subida, corrida, precipitação
- αναρρόφηση στα πορτογαλικά - sucção, aspiração, de sucção, de aspiração, sucção de
- αναρρώνω στα πορτογαλικά - reaver, convalescer, remir, reconquistar, recupere, recuperar, convalesce, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναρροφώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sifão fora, sugar, desviar, sugarem, desviar a
Μεταφράσεις: sifão fora, sugar, desviar, sugarem, desviar a