Αναρροφώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αναρροφώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тргнува, сифон го
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρροφώ
αναρροφώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αναρροφώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αναπόφευκτος στα σλαβομακεδονικά - неизбежна, неизбежен, неизбежните, неизбежни, неизбежно
- αναρριχώμαι στα σλαβομακεδονικά - трка, Маратон, туркањето, тепачка
- αναρρόφηση στα σλαβομακεδονικά - вшмукување, шмукање, вшмукателната, приливна, за вшмукување
- αναρρώνω στα σλαβομακεδονικά - convalesce
Τυχαίες λέξεις
Αναρροφώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: тргнува, сифон го
Μεταφράσεις: тргнува, сифон го