Αναρροφώ στα φινλανδικά
Μετάφραση: αναρροφώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
juoksuttaa, lappo, vesilukko, siphon, sifoni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρροφώ
αναρροφώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αναρροφώ στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αναπόφευκτος στα φινλανδικά - vääjäämätön, väistämätön, välttämätön, väistämätöntä, väistämättä, väistämättömiä
- αναρριχώμαι στα φινλανδικά - nousta, ryntäily, sekoituskoodin, kamppailu, scramble, hajotus-
- αναρρόφηση στα φινλανδικά - imeminen, imu, imu-, imun, imulla, imua
- αναρρώνω στα φινλανδικά - toipua, toipumista, toipilaana, toipilasaikaa, olla toipilaana
Τυχαίες λέξεις
Αναρροφώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: juoksuttaa, lappo, vesilukko, siphon, sifoni
Μεταφράσεις: juoksuttaa, lappo, vesilukko, siphon, sifoni