Ανεβάζω στα δανικά
Μετάφραση: ανεβάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
push up, sætte skub i, skub i, sætte skub
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεβάζω
ανεβάζω σφυγμούς, ανεβάζω τον πήχη, ανεβάζω λεξικό γλώσσας δανικά, ανεβάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- αναχώρηση στα δανικά - afgang, afrejse, afgange, afrejsen, afrejsedato
- αναψυχή στα δανικά - rekreation, Recreation, Fritid, rekreative, fritidsaktiviteter
- ανεβαίνω στα δανικά - klatre, bjerg, stigning, opstigning, stigningen, klatretur
- ανεγείρω στα δανικά - oprejse, rejse op, opvække, at oprejse, oprejste
Τυχαίες λέξεις
Ανεβάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: push up, sætte skub i, skub i, sætte skub
Μεταφράσεις: push up, sætte skub i, skub i, sætte skub