Ανεβάζω στα σλοβενικά

Μετάφραση: ανεβάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
oživit, push up, potisnite navzgor, dvig, povečevanje
Ανεβάζω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεβάζω

ανεβάζω σφυγμούς, ανεβάζω τον πήχη, ανεβάζω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανεβάζω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • αναχώρηση στα σλοβενικά - odlet, odhod, odhodu, odhoda, odhodov, odhodom
  • αναψυχή στα σλοβενικά - rekreacija, rekreacije, rekreacijo, rekreacijske, rekreacijski
  • ανεβαίνω στα σλοβενικά - nasadit, let, vzpon, vzpenjanje, vzpenjanja, vzponu, vzpenjati
  • ανεγείρω στα σλοβενικά - postavit, obudil, obudi, obuditi, obudim, dvignili
Τυχαίες λέξεις
Ανεβάζω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: oživit, push up, potisnite navzgor, dvig, povečevanje