Ανεβάζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ανεβάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
штурхаць, пхаць, падштурхоўваць, піхаць
Ανεβάζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεβάζω

ανεβάζω σφυγμούς, ανεβάζω τον πήχη, ανεβάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανεβάζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αναχώρηση στα λευκορωσικά - выезд
  • αναψυχή στα λευκορωσικά - адпачынак, отдых
  • ανεβαίνω στα λευκορωσικά - гара, падымаццa, ўздым, пад'ём, уздым, пад'ем, рост
  • ανεγείρω στα λευκορωσικά - падняць, ўзняць, узняць
Τυχαίες λέξεις
Ανεβάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: штурхаць, пхаць, падштурхоўваць, піхаць