Απορρέω στα δανικά

Μετάφραση: απορρέω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
aporreo
Απορρέω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απορρέω

απορρέω λεξικό, αποφέρω ορισμός, απορρέω μετάφραση, αποφέρω συνώνυμα, απορρέω συνώνυμο, απορρέω λεξικό γλώσσας δανικά, απορρέω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αποποιούμαι στα δανικά - rebuff, afvise
  • αποπομπή στα δανικά - udvisning, udsendelse, udvisningen, bortvisning, om udsendelse
  • απορρίμματα στα δανικά - trash, papirkurven, affald, papirkurv, skraldespanden
  • απορρίπτω στα δανικά - afslå, afvise, afviser, forkaste, forkaster, at afvise
Τυχαίες λέξεις
Απορρέω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: aporreo