Απορρέω στα ουκρανικά
Μετάφραση: απορρέω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
виникніть, відбуватися, відбуватись, минати, aporreo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απορρέω
απορρέω λεξικό, αποφέρω ορισμός, απορρέω μετάφραση, αποφέρω συνώνυμα, απορρέω συνώνυμο, απορρέω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απορρέω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αποποιούμαι στα ουκρανικά - заперечити, відкинути, заперечувати, відкидати, відсіч, отпр, опір, ...
- αποπομπή στα ουκρανικά - визволення, відхилення, розпуск, скидання, висилка, вислання, висилання, ...
- απορρίμματα στα ουκρανικά - літри, літанія, сміття
- απορρίπτω στα ουκρανικά - заперечити, якось-то, скидати, то, чи-то, тоді-то, відкидати, ...
Τυχαίες λέξεις
Απορρέω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: виникніть, відбуватися, відбуватись, минати, aporreo
Μεταφράσεις: виникніть, відбуватися, відбуватись, минати, aporreo