Ατμός στα δανικά
Μετάφραση: ατμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
em, damp, dampen, dampbad, vanddamp
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατμός
ατμός παυλόπουλος, υπέρθερμοσ ατμόσ, κορεσμένος ατμός, λέβητες ατμός, υγρός ατμός, ατμός λεξικό γλώσσας δανικά, ατμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ατζαμής στα δανικά - grønskolling, Greenhorn, af Greenhorn, i Greenhorn
- ατημέλητος στα δανικά - i, på, med
- ατμόσφαιρα στα δανικά - atmosfære, melodi, nuance, luft, tone, atmosfæren, stemning
- ατολμία στα δανικά - generthed, frygtsomhed, undselighed, spagfærdighed, forsagthed
Τυχαίες λέξεις
Ατμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: em, damp, dampen, dampbad, vanddamp
Μεταφράσεις: em, damp, dampen, dampbad, vanddamp