Ατμός στα ουκρανικά

Μετάφραση: ατμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пар, випаровування, пара, пари, прісно, пару
Ατμός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατμός

ατμός παυλόπουλος, υπέρθερμοσ ατμόσ, κορεσμένος ατμός, λέβητες ατμός, υγρός ατμός, ατμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ατμός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ατζαμής στα ουκρανικά - отой, початківець, початкуючий, скрутний, починаючий, новак, ніяковий, ...
  • ατημέλητος στα ουκρανικά - неохайний, в, у, до, на
  • ατμόσφαιρα στα ουκρανικά - повітряна, настрій, атмосфера, набудовувати, повітряне, тон, повітря, ...
  • ατολμία στα ουκρανικά - боязкість, сором'язливість, соромливість, невпевненість, непевність
Τυχαίες λέξεις
Ατμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пар, випаровування, пара, пари, прісно, пару