Ατμός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ατμός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изпарение, пра, пара, парна, парата, на пара, парен
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατμός
ατμός παυλόπουλος, υπέρθερμοσ ατμόσ, κορεσμένος ατμός, λέβητες ατμός, υγρός ατμός, ατμός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ατμός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ατζαμής στα βουλγαρικά - наивник, новак, новака, новака Мак, глупак
- ατημέλητος στα βουλγαρικά - в, на, по, през, във
- ατμόσφαιρα στα βουλγαρικά - тон, въздух, атмосфера, обстановка, атмосферата, среда
- ατολμία στα βουλγαρικά - неувереност, плахо, скромност, нерешителност, стеснителност
Τυχαίες λέξεις
Ατμός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изпарение, пра, пара, парна, парата, на пара, парен
Μεταφράσεις: изпарение, пра, пара, парна, парата, на пара, парен