Ατμός στα ιταλικά
Μετάφραση: ατμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vapore, di vapore, a vapore, turco, del vapore
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατμός
ατμός παυλόπουλος, υπέρθερμοσ ατμόσ, κορεσμένος ατμός, λέβητες ατμός, υγρός ατμός, ατμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ατμός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ατζαμής στα ιταλικά - goffo, inetto, impacciato, incapace, scomodo, sgraziato, maldestro, ...
- ατημέλητος στα ιταλικά - trasandato, in, nel, a, nella, di
- ατμόσφαιρα στα ιταλικά - aria, ventilare, tinta, aerare, melodia, sfumatura, suono, ...
- ατολμία στα ιταλικά - timidezza, ritrosia, diffidenza, diffidenze, la diffidenza, diffidence
Τυχαίες λέξεις
Ατμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: vapore, di vapore, a vapore, turco, del vapore
Μεταφράσεις: vapore, di vapore, a vapore, turco, del vapore