Ατμός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ατμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vapor, roubar, de vapor, a vapor, do vapor, o vapor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατμός
ατμός παυλόπουλος, υπέρθερμοσ ατμόσ, κορεσμένος ατμός, λέβητες ατμός, υγρός ατμός, ατμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ατμός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ατζαμής στα πορτογαλικά - inábil, desajeitado, desastrado, novato, Greenhorn, inexperiente, principiante, ...
- ατημέλητος στα πορτογαλικά - em, no, na, de, nos
- ατμόσφαιρα στα πορτογαλικά - nota, tonelada, atmosfera, melodia, matiz, sonância, apontamento, ...
- ατολμία στα πορτογαλικά - desconfiança, acanhamento, timidez, diffidence, desconfianças
Τυχαίες λέξεις
Ατμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vapor, roubar, de vapor, a vapor, do vapor, o vapor
Μεταφράσεις: vapor, roubar, de vapor, a vapor, do vapor, o vapor