Διαστρεβλώνω στα δανικά

Μετάφραση: διαστρεβλώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
garble
Διαστρεβλώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαστρεβλώνω

διαστρεβλώνω ορισμος, διαστρεβλώνω αγγλικά, διαστρεβλώνω αντωνυμο, διαστρεβλώνω σημασια, διαστρεβλώνω λεξικό γλώσσας δανικά, διαστρεβλώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διασταύρωση στα δανικά - junction, krydset, kryds, vejkryds, frakørsel
  • διαστολή στα δανικά - ekspansion, udvidelse, udvidelsen, udbygning, vækst
  • διασυρμός στα δανικά - bagvaskelse, nedgørelse, bagvaskelser, bagvaskelsen, dæmonisering
  • διασφαλίζω στα δανικά - immunisere, immunisering, immunisering af, at immunisere, vaccinere
Τυχαίες λέξεις
Διαστρεβλώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: garble