Διαστρεβλώνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διαστρεβλώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
urdir, aviso, adulterar, deturpar, deturpação, garble, truncar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαστρεβλώνω
διαστρεβλώνω ορισμος, διαστρεβλώνω αγγλικά, διαστρεβλώνω αντωνυμο, διαστρεβλώνω σημασια, διαστρεβλώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διαστρεβλώνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διασταύρωση στα πορτογαλικά - junção, salto, entroncamento, cruzamento, de junção, junção de
- διαστολή στα πορτογαλικά - expansão, expandir, abrir, de expansão, ampliação, a expansão, expansão de
- διασυρμός στα πορτογαλικά - vilipêndio, calúnia, difamação, aviltamento, vilificação
- διασφαλίζω στα πορτογαλικά - salvaguardar, salvaguarda, seguro, imunizar, imunização, vacinar, imunização de, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαστρεβλώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: urdir, aviso, adulterar, deturpar, deturpação, garble, truncar
Μεταφράσεις: urdir, aviso, adulterar, deturpar, deturpação, garble, truncar