Δόξα στα δανικά
Μετάφραση: δόξα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hæder, glorie, ære, herlighed, Glory, pragt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόξα
δόξα τω θεώ, δόξα νέας μανωλάδας, δόξα βύρωνα, δόξα σοι ο θεός, δόξα κρανούλας, δόξα λεξικό γλώσσας δανικά, δόξα στα δανικά
Μεταφράσεις
- δόλωμα στα δανικά - agn, lokkemad, madding, bait, lokkemaden
- δόνηση στα δανικά - vibrationer, vibration, rystelser, vibrationen
- δόρυ στα δανικά - spyd, lanse, spyddet, spydet, spear
- δότης στα δανικά - donor, donoren, donorer, donorens, donors
Τυχαίες λέξεις
Δόξα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hæder, glorie, ære, herlighed, Glory, pragt
Μεταφράσεις: hæder, glorie, ære, herlighed, Glory, pragt