Θυγατρική στα δανικά

Μετάφραση: θυγατρική, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
datterselskab, datterselskabet, subsidiær, dattervirksomhed
Θυγατρική στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θυγατρική

θυγατρική εταιρεία στα αγγλικά, θυγατρική οτε, θυγατρική στα αγγλικά, θυγατρική michelin, θυγατρική ορισμός, θυγατρική λεξικό γλώσσας δανικά, θυγατρική στα δανικά

Μεταφράσεις

  • θρόνος στα δανικά - trone, tronen, Throne, Thronen
  • θρύλος στα δανικά - sagn, legende, fabel, Legend, legenden, forklaringen
  • θυελλώδης στα δανικά - squally
  • θυμάμαι στα δανικά - huske, husk, husker, huske på
Τυχαίες λέξεις
Θυγατρική στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: datterselskab, datterselskabet, subsidiær, dattervirksomhed