Θυγατρική στα σουηδικά

Μετάφραση: θυγατρική, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
biträdande, dotterbolag, dotterbolaget, dotterföretag, dotter, subsidiärt
Θυγατρική στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θυγατρική

θυγατρική εταιρεία στα αγγλικά, θυγατρική οτε, θυγατρική στα αγγλικά, θυγατρική michelin, θυγατρική ορισμός, θυγατρική λεξικό γλώσσας σουηδικά, θυγατρική στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • θρόνος στα σουηδικά - tron, tronen, biskopsstolen, biskopsstol
  • θρύλος στα σουηδικά - legend, legenden, söklegend, söklegend Dream, förklaringen
  • θυελλώδης στα σουηδικά - byig
  • θυμάμαι στα σουηδικά - minnas, minns, ihåg, kom ihåg, komma ihåg
Τυχαίες λέξεις
Θυγατρική στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: biträdande, dotterbolag, dotterbolaget, dotterföretag, dotter, subsidiärt