Κατρακυλώ στα δανικά
Μετάφραση: κατρακυλώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fald, styrtdykke, falde brat, livsvigtig, styrtdykker, styrter
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατρακυλώ
κατρακυλώ αγγλικά, κατρακυλώ λεξικό γλώσσας δανικά, κατρακυλώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- κατοχυρώνω στα δανικά - beskytte, befæste, styrke, forstærke, berige, nå op
- κατράμι στα δανικά - tjære, beg, banen, banen fuldstændigt ved, banen fuldstændigt, bane
- κατσάδα στα δανικά - skæld ud, skæld, scolding, skælde, balle
- κατσίκα στα δανικά - ged, gede, geder, geden
Τυχαίες λέξεις
Κατρακυλώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fald, styrtdykke, falde brat, livsvigtig, styrtdykker, styrter
Μεταφράσεις: fald, styrtdykke, falde brat, livsvigtig, styrtdykker, styrter