Κατρακυλώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: κατρακυλώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
brölta, falla, hrynja, plummet, lækkað verulega, lækkað verulega í
Κατρακυλώ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατρακυλώ

κατρακυλώ αγγλικά, κατρακυλώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κατρακυλώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κατοχυρώνω στα ισλανδικά - hlífa, styrkja, efla, að styrkja, styrkingin
  • κατράμι στα ισλανδικά - bik, kasta, völlurinn, vellinum, velli
  • κατσάδα στα ισλανδικά - Vöndur
  • κατσίκα στα ισλανδικά - geit, geitum, geita, geithafur, hafurinn
Τυχαίες λέξεις
Κατρακυλώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: brölta, falla, hrynja, plummet, lækkað verulega, lækkað verulega í