Κατρακυλώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κατρακυλώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адвес, вагу
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατρακυλώ
κατρακυλώ αγγλικά, κατρακυλώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατρακυλώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κατοχυρώνω στα λευκορωσικά - абараняць, умацоўваць, ўмацоўваць, мацаваць
- κατράμι στα λευκορωσικά - крок
- κατσάδα στα λευκορωσικά - наганяй, дыхт, наганяе, Раззлаваны, ён пачне
- κατσίκα στα λευκορωσικά - гусь, каза, казёл, Козел, Козелаў, козлаў, казёл над
Τυχαίες λέξεις
Κατρακυλώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адвес, вагу
Μεταφράσεις: адвес, вагу