Μάτσο στα δανικά

Μετάφραση: μάτσο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
pakke, klynge, bundt, flok, masse, bunke, klase
Μάτσο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάτσο

μάτσο αντρας, μάτσο πίτσου, μάτσο μαν, μάτσο λεξικό γλώσσας δανικά, μάτσο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μάταιος στα δανικά - forfængelig, forgæves, forfængelige, forgjæves
  • μάτι στα δανικά - opkald, ring, øje, telefonere, ringe, eye, øjet, ...
  • μάχη στα δανικά - slagsmål, slag, kæmpe, slås, kamp, stride, kampen, ...
  • μάχομαι στα δανικά - slås, stride, slagsmål, slag, kamp, kæmpe, kampen, ...
Τυχαίες λέξεις
Μάτσο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: pakke, klynge, bundt, flok, masse, bunke, klase