Μάτσο στα λιθουανικά
Μετάφραση: μάτσο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pluoštas, ryšulys, pėdas, siuntinys, kekė, grupė, puokštė, paketas, krūva, bunch, ryšelyje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μάτσο
μάτσο αντρας, μάτσο πίτσου, μάτσο μαν, μάτσο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μάτσο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μάταιος στα λιθουανικά - tuščias, bergždžias, bevaisis, veltui, bergždžios, tuščiai
- μάτι στα λιθουανικά - gauja, akis, žiedas, Akių, akies, akys, akį
- μάχη στα λιθουανικά - kautynės, muštis, mūšis, grumtis, kovoti, kautis, kova, ...
- μάχομαι στα λιθουανικά - kautis, kova, mūšis, kovoti, grumtis, muštis, kovos, ...
Τυχαίες λέξεις
Μάτσο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pluoštas, ryšulys, pėdas, siuntinys, kekė, grupė, puokštė, paketas, krūva, bunch, ryšelyje
Μεταφράσεις: pluoštas, ryšulys, pėdas, siuntinys, kekė, grupė, puokštė, paketas, krūva, bunch, ryšelyje