Μάτσο στα τούρκικα

Μετάφραση: μάτσο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
küme, paket, demet, grup, sürü, avuç, bir demet
Μάτσο στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάτσο

μάτσο αντρας, μάτσο πίτσου, μάτσο μαν, μάτσο λεξικό γλώσσας τούρκικα, μάτσο στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μάταιος στα τούρκικα - verimsiz, boş, kibirli, nafile, boşuna, boşa
  • μάτι στα τούρκικα - çete, yüzük, orta, çember, göz, takım, halka, ...
  • μάχη στα τούρκικα - savaş, muharebe, savaşmak, mücadele, çarpışmak, battle, savaşı, ...
  • μάχομαι στα τούρκικα - savaş, savaşmak, muharebe, kavga, mücadele, dövüş, mücadeleyi
Τυχαίες λέξεις
Μάτσο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: küme, paket, demet, grup, sürü, avuç, bir demet