Πίθηκος στα δανικά
Μετάφραση: πίθηκος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
abe, efterabe, Monkey, aben, aber, i Monkey
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πίθηκος
πίθηκος wikipedia, πίθηκος κατοικίδιο, πίθηκος στο κινέζικο, πίθηκοσ 2013, πίθηκος ξουθ, πίθηκος λεξικό γλώσσας δανικά, πίθηκος στα δανικά
Μεταφράσεις
- πήζω στα δανικά - stivne, koagulere, koaguleringstid, at koagulere
- πίεση στα δανικά - tryk, pres, trykket, presset
- πίλος στα δανικά - hat, hatten, hue, hatte
- πίνακας στα δανικά - underskrive, meddelelse, plakat, symbol, bevis, vink, signal, ...
Τυχαίες λέξεις
Πίθηκος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: abe, efterabe, Monkey, aben, aber, i Monkey
Μεταφράσεις: abe, efterabe, Monkey, aben, aber, i Monkey