Πατρονάρισμα στα δανικά

Μετάφραση: πατρονάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
protektion, formynderi, protektor, mæcenat, sponsorering
Πατρονάρισμα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πατρονάρισμα

πατρονάρισμα λεξικό γλώσσας δανικά, πατρονάρισμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πατριώτης στα δανικά - patriot, patriotiske, af Patriot, Patriots
  • πατρογονικός στα δανικά - formueforhold, formueanalyse, formueretten i bred, patrimonial
  • πατρότητα στα δανικά - faderskab, faderskabet, far, være far
  • πατσάς στα δανικά - kallun, tripe, tarme, bras
Τυχαίες λέξεις
Πατρονάρισμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: protektion, formynderi, protektor, mæcenat, sponsorering