Πατρονάρισμα στα ιταλικά

Μετάφραση: πατρονάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
patronato, appoggio, patrocinio, mecenatismo, protezione, patronage
Πατρονάρισμα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πατρονάρισμα

πατρονάρισμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, πατρονάρισμα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πατριώτης στα ιταλικά - patriota, Patriot, patriotta, patrioti
  • πατρογονικός στα ιταλικά - patrimoniale, patrimoniali, patrimonial
  • πατρότητα στα ιταλικά - paternità, la paternità, della paternità, fatherhood
  • πατσάς στα ιταλικά - trippa, la trippa, trippe, di trippa, trippa di
Τυχαίες λέξεις
Πατρονάρισμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: patronato, appoggio, patrocinio, mecenatismo, protezione, patronage