Πατρονάρισμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πατρονάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mecenato, patrocínio, clientelismo, patronato, patronagem
Πατρονάρισμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πατρονάρισμα

πατρονάρισμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πατρονάρισμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πατριώτης στα πορτογαλικά - patriota, Patriot, patriota de, do patriota
  • πατρογονικός στα πορτογαλικά - patrimonial, patrimoniais, patrimonialista
  • πατρότητα στα πορτογαλικά - paternidade, a paternidade, fatherhood, da paternidade
  • πατσάς στα πορτογαλικά - tripas, tripe, tripa, bucho, dobradinha
Τυχαίες λέξεις
Πατρονάρισμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mecenato, patrocínio, clientelismo, patronato, patronagem