Πριονίζω στα δανικά
Μετάφραση: πριονίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
save, sav, jag
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πριονίζω
πριονίζω λεξικό γλώσσας δανικά, πριονίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- πριμοδότηση στα δανικά - præmie, Premium, præmien, praemie
- πριν στα δανικά - før, inden, siden
- πριόνι στα δανικά - save, sav, saven, saw, saaws, oplevede
- προ- στα δανικά - præ-, før, for-, forud, præ
Τυχαίες λέξεις
Πριονίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: save, sav, jag
Μεταφράσεις: save, sav, jag