Πριονίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: πριονίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ütlus, saagima, nägi, nüsima, peatäis, Jag, koorem, laadung
Πριονίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πριονίζω

πριονίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, πριονίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • πριμοδότηση στα εσθονικά - heldekäelisus, and, pearaha, preemia, esmaklassiline, lisatasu, premium, ...
  • πριν στα εσθονικά - ees, eelnevalt, tagasi, vahendustasu, enne, eest
  • πριόνι στα εσθονικά - nägi, saagima, ütlus, saag, sae, nägin, saw, ...
  • προ- στα εσθονικά - eel-, eelnevalt, pre-, eel, pre
Τυχαίες λέξεις
Πριονίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ütlus, saagima, nägi, nüsima, peatäis, Jag, koorem, laadung